Από το 1976, το Ωδείο Αθηνών στεγάζεται στο κέντρο της Αθήνας, στο εμβληματικό αλλά μέχρι σήμερα ημιτελές κτίριο που σχεδίασε γι’ αυτό ο μεγάλος αρχιτέκτονας Ιωάννης Δεσποτόπουλος.
Είναι το μείζον έργο του Ι. Δεσποτόπουλου στην Αθήνα, και το μοναδικό που υλοποιήθηκε, από το μεγάλο σχέδιο της δεκαετίας του 1950 για τη δημιουργία του περίφημου Πνευματικού Κέντρου Αθηνών, που, αναπλάθοντας ολόκληρο το οικοδομικό τρίγωνο Βασιλέως Κωνσταντίνου – Ρηγίλλης – Βασιλίσσης Σοφίας, εκτός από το Ωδείο Αθηνών, θα περιελάμβανε ακόμα τη Λυρική Σκηνή, την Πινακοθήκη, το Βυζαντινό Μουσείο, ερευνητικά ιδρύματα, ένα υπαίθριο θέατρο κ.ά.
Στο κτίριο του Ωδείου Aθηνών ο Ι. Δεσποτόπουλος κράτησε τις διαστάσεις και τη χωροθέτηση που είχαν προκύψει από τη σχέση του με τις άλλες κτιριακές μονάδες του Πνευματικού Kέντρου, το οποίο ο ίδιος είχε σχεδιάσει. Aυτό είχε σαν αποτέλεσμα την τοποθέτηση του Ωδείου παράλληλα της Λεωφ. Βασιλίσσης Σοφίας και λοξά προς τους κύριους οδικούς άξονες οι οποίοι περιβάλλουν την ασυνήθιστα επιμήκη σιλουέτα του, ιδιαίτερο άλλωστε χαρακτηριστικό στοιχείο του.
Το συγκρότημα του Ωδείου Αθηνών αποτελείται από ισόγειο, όροφο και υπόγεια. Περιλαμβάνει ένα μοναδικό συνδυασμό πολλαπλών χώρων διδασκαλίας της μουσικής, του θεάτρου και του χορού, βιβλιοθήκη, πολλαπλές αίθουσες καλλιτεχνικών εκδηλώσεων και συγκεντρώσεων, αίθρια και στούντιο. Είναι συνολικού εμβαδού περίπου 13.000 τ.μ., ένα αληθινό χωριό πολιτισμού κι εκπαίδευσης.
Όταν ανέλαβε τα ηνία του κοινωφελούς αυτού φορέα στις αρχές του 2013, η σημερινή διοίκηση του Ωδείου Αθηνών υπό την προεδρία του αρχιμουσικού και πρώην καλλιτεχνικού διευθυντή του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών Νίκου Τσούχλου, από το σύνολο του ημιτελούς αυτού κτιρίου λειτουργικό ήταν μόλις το 50% των χώρων του. Η νέα διοίκηση έθεσε από την αρχή ως στόχο της την αποπεράτωση του κτιρίου και τον εκσυγχρονισμό του.
Το πρώτο βήμα προς την κατεύθυνση αυτή ήταν η παραγγελία μιας προμελέτης για την ανάπλαση αλλά και τη συνολική βιωσιμότητα του κτιρίου, την οποία στήριξε με δωρεά του ο Σύλλογος Φίλων της Μουσικής και εκπόνησε το γραφείο μελετών Θύμιος Παπαγιάννης & Συνεργάτες.
Η μελέτη αυτή οδήγησε σε ένα μακροπρόθεσμο και φιλόδοξο σχεδιασμό της αποπεράτωσης του κτιρίου σε τρία διαδοχικά στάδια, εκ των οποίων το πρώτο, η αποπεράτωση και εκσυγχρονισμός των πολιτιστικών υποδομών του Ωδείου Αθηνών, εντάχθηκε εν τέλει στο ΕΣΠΑ μέσω των Περιφερειακών Επιχειρησιακών Προγραμμάτων (ΠΕΠ) Αττικής, στη βάση οριστικών μελετών του γραφείου Θύμιος Παπαγιάννης & Συνεργάτες που χρηματοδοτήθηκαν αποκλειστικά από πολιτιστικά ιδρύματα και ιδιωτικές πηγές (το ίδρυμα Schwarz, το ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, τη βαρόνη Nina von Maltzahn, το ίδρυμα Λεβέντη, το ίδρυμα Μποδοσάκη, το ίδρυμα Χορν, το Σύλλογο οι Φίλοι της Μουσικής και το ίδρυμα Κωστοπούλου).
Το έργο βρίσκεται σήμερα σε πλήρη εξέλιξη και με το πέρας του ένα εμβληματικό κτίριο της πρωτεύουσας και της αρχτεκτονικής κληρονομιάς του τόπου θα παραδοθεί με τη μορφή που του αρμόζει, για νέες χρήσεις πολιτισμού και εκπαίδευσης.